Η φυματίωση, επίσης γνωστή ως ΤΒ από το αγγλικό Tuberculosis, είναι μια λοιμώδης νόσος που συνήθως επηρεάζει τους πνεύμονες, αν και μπορεί να εμφανιστεί και σε άλλα μέρη του σώματος. Η νόσος προκαλεί τη δημιουργία μικρών οζιδίων, γνωστών ως «φυμάτια» στα πληγωμένα όργανα. Αυτά τα φυμάτια σταδιακά αντικαθιστούν τις φυσιολογικές δομές και καταστρέφουν εν μέρει τους ιστούς, δημιουργώντας κοιλότητες γνωστές και ως «σπήλαια».
Η ανάπτυξη της φυματίωσης είναι μια αργή διαδικασία που διαρκεί εβδομάδες ακόμη και μήνες. Προκαλείται από ένα παθογόνο μικροοργανισμό, το μυκοβακτήριο το οποίο δεν ανταποκρίνεται στα κοινά αντιβιοτικά (κατά της πνευμονίας ή άλλες μολύνσεις). Μπορεί να επηρεάσει οποιοδήποτε όργανο του σώματος, κυρίως όμως «επιτίθεται» στους πνεύμονες. Το μυκοβακτήριο της φυματίωσης αναπτύσσεται με την παρουσία οξυγόνου και θερμοκρασία περίπου 37°C, ενώ μπορεί και επιβιώνει στο σκοτάδι και σε αποξηραμένα πτύελα. Από την άλλη, καταστρέφεται σε θερμοκρασία 60°C εντός 15-20 λεπτών και έχει ευαισθησία στο ηλιακό φως.
Σήμερα, η νόσος αποτελεί σπάνιο φαινόμενο στις ανεπτυγμένες χώρες, αλλά παραμένει αρκετά διαδεδομένη στην Υποσαχάρια Αφρική, την Ασία και την Ανατολική Ευρώπη. Το 2019, η συχνότητα της φυματίωσης μετρήθηκε ανά 100.000 πληθυσμού ετησίως, όπως παρουσιάστηκε στην Παγκόσμια Έκθεση Φυματίωσης του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας το 2020. Η φυματίωση είναι μια σοβαρή και μεταδοτική ασθένεια που σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να οδηγήσει ακόμη και σε θάνατο. Στην Ελλάδα, αποτελεί σοβαρό πρόβλημα δημόσιας υγείας.
Μορφές Φυματίωσης
Οι διάφορες μορφές της φυματίωσης προέρχονται από το ίδιο βακτήριο, αλλά λόγω της ανάπτυξης ανθεκτικών στελεχών, οι θεραπευτικές προσεγγίσεις διαφέρουν. Οι άνθρωποι που μεταφέρουν ένα ανθεκτικό στέλεχος του συγκεκριμένου μικροβίου μπορούν να το μεταδώσουν με αποτέλεσμα οι νέοι ασθενείς θα αντιμετωπίσουν μια πιο ανθεκτική, εξελιγμένη μορφή της νόσου.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, η αντιμετώπιση των ασθενών απαιτεί τη χρήση διαφορετικών συνδυασμών αντιβιοτικών και μπορεί να χρειαστεί έως και 2 χρόνια για να επέλθει αποτελεσματική θεραπεία.
Πολλές φορές τα ανθεκτικά στελέχη προέρχονται από:
- Έναν ασθενή που έχει λάβει μη κατάλληλη αγωγή.
- Έναν ασθενή που έχει λάβει λανθασμένη δοσολογία.
- Έναν ασθενή που δεν έχει ολοκληρώσει το πλήρες πρόγραμμα θεραπείας.
Αν τα μικρόβια γίνουν ανθεκτικά, η θεραπεία γίνεται δυσχερέστερη. Συνεπώς για να αποφευχθεί η ανάπτυξη αντοχής, είναι αναγκαίο να δίνονται στους ασθενείς τα κατάλληλα φάρμακα και να διασφαλίζεται η συμμόρφωσή τους με την πλήρη διάρκεια της θεραπείας.
Μετάδοση και Ευπαθείς Ομάδες
Η μόλυνση από το μυκοβακτήριο της φυματίωσης προκαλείται μέσω επαφής με άτομα που νοσούν. Τα μικροσκοπικά σταγονίδια που περιέχουν το μυκοβακτήριο απελευθερώνονται στον αέρα από τον ασθενή κατά τη διάρκεια:
- του βήχα
- του φτερνίσματος
- της δυνατής ομιλίας
Η μετάδοση της νόσου συμβαίνει όταν κάποιος εισπνέει αυτά τα σταγονίδια και φθάσουν στους πνεύμονές του. Η μόλυνση από τα μυκοβακτηρίδια δεν συνεπάγεται απαραίτητα και με νόσηση. Μπορεί δηλαδή τα βακτήρια να παραμείνουν ανενεργά, χωρίς να εκδηλωθεί η ασθένεια, υπάρχοντας όμως πάντα στον οργανισμό. Στατιστικά, η πλειοψηφία των ανθρώπων που μολύνονται δεν αναπτύσσουν τη νόσο, συμπεραίνοντας έτσι ότι η εμφάνιση της φυματίωσης ή η μη εκδήλωσή της εξαρτάται κυρίως από το ανοσοποιητικό σύστημα του εκάστοτε ανθρώπου. Τα άτομα με λανθάνουσα φυματίωση μπορεί να εκδηλώσουν την ασθένεια αργότερα στη ζωή τους. Αν υπάρχει ανησυχία ότι κάποιος έχει μολυνθεί, η χημειοπροφύλαξη μπορεί να αποτρέψει την νόσο. Αυτή η προληπτική αγωγή προτείνεται για ένα χρονικό διάστημα 6-9 μηνών ή περισσότερο, ανάλογα με την κατάσταση του ατόμου.
Οργανισμοί με εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα είναι γενικά πιο ευάλωτοι και έχουν περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν φυματίωση στο μέλλον. Ευπαθείς ομάδες θεωρούνται τα:
- Άτομα θετικά στον HIV
- Άτομα που έρχονται σε επαφή με ασθενείς με μεταδοτική φυματίωση
- Βρέφη
- Παιδιά
- Άτομα με χρόνιες παθήσεις και εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα
- Άτομα τρίτης ηλικίας
Διάγνωση
Σε περίπτωση που υπάρχει υποψία ότι κάποιος μπορεί να έχει φυματίωση ή έχει έρθει σε επαφή με κάποιον φυματικό, η επίσκεψη σε ιατρό πριν από βιοχημικές εξετάσεις κρίνεται απαραίτητη για να επιβεβαιωθεί τυχόν έκθεση του ατόμου στο μυκοβακτήριο.
Η εξέταση Mantoux αποτελεί τον πιο συνηθισμένο τρόπο για να διαπιστώσουμε αν κάποιος έχει μολυνθεί από το μυκοβακτήριο της φυματίωσης. Πρόκειται για ένα δερματικό τεστ όπου ενδοδερμικά εισάγεται μια μικρή ποσότητα φυματινικής πρωτεΐνης, και η αντίδραση αναγνωρίζεται μετά από 2-3 ημέρες. Μια θετική δερμοαντίδραση στο Mantoux υποδεικνύει ότι ο οργανισμός έχει έλθει σε επαφή με το μυκοβακτήριο της φυματίωσης σε κάποιο σημείο της ζωής του, αλλά δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θα νοσήσει. Ο γιατρός θα αξιολογήσει τα αποτελέσματα της εξέτασης.
Επιπλέον, υπάρχει η δυνατότητα να διαπιστωθεί η μόλυνση μέσω αιματολογικής εξέτασης, γνωστής ως QuantiFERON. Ένα θετικό αποτέλεσμα στο QuantiFERON υποδηλώνει πως το άτομο έχει έρθει σε επαφή με το μυκοβακτήριο της φυματίωσης κάποια στιγμή.
Εξετάσεις που παρέχουν σημαντικές πληροφορίες για την παθολογία της ασθένειας είναι οι εξής:
- Ανάλυση πτυελών
- Συλλογή βρογχικού εκπλύματος μέσω βρογχοσκόπησης ή αναρρόφησης
Η διάγνωση της φυματίωσης είναι μια περίπλοκη κατάσταση, καθώς απαιτεί πολλές φορές τη χρήση ποικίλων εξετάσεων για την επιβεβαίωση της νόσου. Σημαντικός παράγοντας είναι η κλινική εικόνα, δηλαδή ο συνδυασμός των συμπτωμάτων που παρουσιάζει ο ασθενής.
Εμβόλιο
Το εμβόλιο κατά της φυματίωσης, γνωστό ως BCG, υπάρχει και εφαρμόζεται κυρίως σε χώρες όπου η νόσος αυτή είναι ευρέως διαδεδομένη. Στην Ελλάδα, το BCG συμπεριλαμβάνεται στο Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών και υλοποιείται συνήθως στα 6 έτη της ηλικίας του παιδιού. Το εμβόλιο αυτό προσφέρει προστασία περίπου στο 50% των εμβολιαζόμενων ατόμων. Μετά τον εμβολιασμό, μπορεί να εμφανιστεί θετικός έλεγχος Mantoux σε άτομα που έχουν εμβολιαστεί με BCG. Ωστόσο, αυτή η θετική αντίδραση ενδέχεται αντί για το εμβόλιο να οφείλεται και σε μόλυνση από το μυκοβακτήριο, ειδικά όταν:
- Η αντίδραση είναι έντονη
- Το άτομο έχει εμβολιαστεί πριν από πολλά χρόνια
- Υπήρξε επαφή με κάποιον που έχει μεταδοτική φυματίωση.
Συμπτωματολογία
Η φυματίωση μπορεί να προκαλέσει γενικά συμπτώματα που είναι συνήθη χαρακτηριστικά μιας σοβαρής λοίμωξης όπως:
- Πυρετός
- Κόπωση
- Ανορεξία
- Απώλεια βάρους
- Εφίδρωση
Επιπλέον όμως, προκαλεί και συμπτώματα που εξαρτώνται από το όργανο που πλήττεται:
Συμπτώματα στους πνεύμονες
- Βήχας
- Παραγωγή πτυέλων
- Πόνος στο θώρακα
Συμπτώματα στους λεμφαδένες
- Διογκωμένοι λεμφαδένες
Συμπτώματα στα οστά & τις αρθρώσεις
- Πόνοι στα οστά και τις αρθρώσεις
Κανένα από αυτά τα συμπτώματα δεν είναι χαρακτηριστικό μόνο της φυματίωσης, καθώς μπορεί να προκληθούν και από άλλες παθήσεις. Ωστόσο, η αργή εξέλιξη αυτών των συμπτωμάτων μπορεί να υποδείξει πιθανότητα φυματίωσης.
Πρόληψη και Θεραπεία
Η φυματίωση είναι θεραπεύσιμη αλλά απαιτεί τη χρήση πολλαπλών φαρμάκων για μεγάλο χρονικό διάστημα. Υπολογίζεται τουλάχιστον μια περίοδος 6 μηνών ώστε να επέλθει μια ολοκληρωμένη θεραπεία. Σε περίπτωση αντοχής των βακτηρίων σε φάρμακα, η θεραπεία μπορεί να διαρκέσει περισσότερο. Συνήθως, μετά από 2-4 εβδομάδες θεραπείας, ένα άτομο που νοσεί δεν μεταδίδει πλέον την νόσο σε άλλους. Εάν η κατάσταση του ατόμου το επιτρέπει, μπορεί να επιστρέψει στις καθημερινές του δραστηριότητες.
Η εξάλειψη των βακτηρίων και η πρόληψη δημιουργίας ανθεκτικών στελεχών στη θεραπεία του μυκοβακτηρίου αποτελούν το πιο κρίσιμο μέρος της θεραπείας, καθώς η παρουσία ανθεκτικών στελεχών αποτελεί ένα παγκόσμιο πρόβλημα υγείας.
Η μη συμμόρφωση με τη θεραπεία μπορεί να οδηγήσει σε επανεμφάνιση της νόσου και στην ανάπτυξη ανθεκτικών μορφών της. Η τήρηση λοιπόν του ιατρικού προγράμματος και η τακτική επίσκεψη στον ιατρό είναι ζωτικής σημασίας. Οι ασθενείς που δυσκολεύονται να ακολουθήσουν τη θεραπεία τους μπορεί να χρειαστούν υποστήριξη από το ιατρικό προσωπικό, ιδίως σε περιπτώσεις πιο πολύπλοκης και μακροχρόνιας θεραπείας (πολυανθεκτική φυματίωση).
Για να αποτραπεί η μετάδοση της φυματίωσης σε άλλους, υπάρχουν ορισμένα βασικά βήματα που μπορούν να ακολουθηθούν:
- Τήρηση θεραπείας: Είναι κρίσιμο ο ασθενής να παίρνει όλα τα φάρμακά όπως έχει ορίσει ο ιατρός. Ο τακτικός έλεγχος και η συνέπεια σε όλα τα προγραμματισμένα ραντεβού είναι απαραίτητα καθώς είναι πολύ σημαντικό να επισημαίνεται στον ιατρό οτιδήποτε παρατηρείται που είναι άξιο ανησυχίας.
- Βήχας: Προσοχή! Πρέπει το στόμα να καλύπτεται με ένα μαντήλι όταν κάποιος βήχει, φτερνίζεται ή γελάει. Αμέσως μετά, το μαντήλι τοποθετείται σε μια σακούλα, η οποία κλείνεται καλά και απορρίπτεται σε κλειστό κάδο απορριμμάτων.
- Περιορισμός επαφών: Μέχρι ο ασθενής να πάψει να είναι μεταδοτικός, πρέπει να περιορίσει την επαφή με άλλα άτομα ειδικά σε κλειστούς χώρους (εργασία, σχολείο).
- Αερισμός και έκθεση στον ήλιο: Η διαδικασία πρέπει να γίνεται συχνά στα δωμάτια εάν φυσικά οι καιρικές συνθήκες είναι ευνοϊκές.
Οι πληροφορίες που περιέχονται στο παρόν κείμενο έχουν καθαρά ενημερωτικό σκοπό και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως ιατρικές συμβουλές. Ο εξειδικευμένος πάροχος υγείας σας είναι ο αποκλειστικός υπεύθυνος για την ορθή και ολοκληρωμένη ενημέρωση, διάγνωση και πιθανή θεραπεία σε οποιοδήποτε θέμα υγείας αντιμετωπίζετε και στον οποίο θα πρέπει να απευθύνεστε σε κάθε περίπτωση.