Η ελονοσία είναι ασθένεια του αίματος που γίνεται απειλητική για τη ζωή του ανθρώπου. Τα 5 είδη που έχουν εντοπίσει οι επιστήμονες είναι P. Falciparum, P. Vivax, Π ovale, Π malariae, Π knowlesi . Το πρώτο κρούσμα της ελονοσίας εντοπίστηκε το 1880 ως μια ασθένεια που προκαλείται από παρασιτική μόλυνση.
Η ελονοσία προκαλείται από τα τσιμπήματα που γίνονται από το θηλυκό Anopheles των κουνουπιών, τα οποία στη συνέχεια μολύνουν το σώμα με το παράσιτο Plasmodium. Τα εν λόγω παράσιτα πολλαπλασιάζονται στο ήπαρ του ξενιστή και καταστρέφουν τα ερυθρά αιμοσφαίρια. Αυτό είναι το μόνο είδος από τα κουνούπια που μπορούν να προκαλέσουν ελονοσία.
Η νόσος μπορεί να αντιμετωπιστεί εάν γίνει έγκαιρη διάγνωση. Αυτό, δυστυχώς δεν είναι εφικτό σε όλο το κόσμο λόγω έλλειψης ιατρικών εγκαταστάσεων.
Μόνο το 2015 υπολογίζεται ότι υπήρχαν 212 εκατομμύρια κρούσματα εκ των οποίων 429 χιλιάδες ήταν θανατηφόρα. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) έχει θέσει ως στόχο να μειώσει στο 90% τους θανάτους από ελονοσία και την εξάλειψή της σε τουλάχιστον 35 χώρες.
Σύμφωνα με τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) διαχωρίζεται η συμπτωματολογία της ελονοσίας σε σοβαρή και μη σοβαρή. Τα μη σοβαρή συμπτώματα συνήθως διαρκούν 6 με 10 ώρες κάθε 2η ημέρα.
Συχνά μοιάζουν με γρίπη και δεν μπορούν να διαγνωστούν εύκολα σε περιοχές που η ελονοσία είναι συχνή. Ξεκινάει με αίσθημα του κρύου, ρίγος, συνεχίζει με πυρετό, πονοκεφάλους, εμέτους και ολοκληρώνονται με εφίδρωση ακολουθούμενη σε κανονική θερμοκρασία με έντονο το αίσθημα της κόπωσης.
Η ελονοσία χαρακτηρίζεται σοβαρή όταν έχουμε δυσλειτουργία των ζωτικών οργάνων, εμφανίζοντας υψηλό πυρετό με έντονο ρίγος, κατάπτωση, σπασμούς, μείωση της συνείδησης, δυσκολία αναπνοής, ικτερική μορφή με συμπτώματα αναιμίας.
Η πιο συχνή φαρμακευτική θεραπεία που ακολουθείται είναι η χλωροκίνη, η κινίνη, η κλινδαμυκίνη, η αμοδιακίνη, η μεφλοκίνη, η πριμακίνη η ατοβακόνη και η προγουανίλη.